Πριν από λίγα χρόνια είχα πάει σε ένα πάρτι στο Μπρούκλιν και έλεγα στους καλεσμένους πώς ήταν η Νέα Υόρκη το 1989. Άδεια φιαλίδια κρακ στις πλατφόρμες του μετρό, μεταμεσονύκτια ρέιβ πάρτι σε έρημα υπόγεια και εγκαταλελειμμένες αποθήκες, πόρνες που περπατούσαν μέσα στο αίμα και τα εντόσθια στη συνοικία των χασάπικων, σοφίτες με 500 δολάρια νοίκι τον μήνα...
Τους εξιστόρησα πώς ξεκίνησα να κάνω δίσκους, πώς επέστρεφα μπουκάλια και αλουμινένια κουτάκια για να βγάλω λεφτά για να φάω, πώς ήταν να ζω σε ένα ετοιμόρροπο εργοστάσιο χωρίς τουαλέτα και τρεχούμενο νερό και πώς πίστευα ότι η καριέρα μου είχε τελειώσει πριν βγει το άλμπουμ Play.
Ένιωθα λίγο σαν παππούς λέγοντας ιστορίες για τις παλιές καλές απροσάρμοστες εποχές της Νέας Υόρκης πριν η πόλη βυθιστεί στον χαοτικό πλούτο. Και αφού διηγήθηκα μερικές ιστορίες, κάποιος είπε "πρέπει να γράψεις βιβλίο εσύ". Έτσι κι έκανα. Το "Porcelain" είναι ένα βιβλίο για τη ζωή μου από το 1989 μέχρι το 1999, αλλά είναι επίσης ένα βιβλίο για τη Νέα Υόρκη και τη μετάλλαξη της από κατακερματισμένη, αμαρτωλή πόλη στην αλλόκοτη και εξωπραγματικά ακριβή πόλη που είναι σήμερα. Το "Porcelain" επίσης περιγράφει την αντεργκράουντ χιπ χοπ και χάουζ σκηνή του τέλους της δεκαετίας του 1980 και τη γέννηση της γενιάς των κλαμπ και του ρέιβ.
Στην αρχή της ιστορίας μου είμαι ένας σοβαρός και μετρημένος χριστιανός που ζει στη μικροσκοπική σοφίτα ενός εγκαταλελειμμένου εργοστασίου. Στο τέλος του βιβλίου έχω αλλάξει πολύ. Προσπάθησα να είμαι απόλυτα ειλικρινής. Στο "Porcelain" δεν παίζω τον ρόλο του φλεγματικού αφηγητή ούτε του επαναστατημένου αντιήρωα, είμαι απλά ένας αφελής και αγχωμένος άνθρωπος που προσπαθεί να κατανοήσει τους παράξενους κόσμους στους οποίους βρέθηκε. Προσπάθησα και πάλι να είμαι απόλυτα ειλικρινής.