Η περίπτωση του Θανάση Βαλτινού αποτελεί ένα φαινόμενο στη λογοτεχνία μας αλλά και στα πολιτιστικά πράγματα της εποχής μας. Ο άνθρωπος που θα θελήσει να το μελετήσει, θα σκοντάψει σε τόσες κριτικές, επώνυμων και ανώνυμων, τόσες στήλες εφημερίδων, περιοδικών και ιστοσελίδες, που εκθειάζουν το έργο του, το οποίο δεν έχει σχεδόν ποτέ και πουθενά μειονεκτήματα, ώστε θα αναγκαστεί να σηκώσει ψηλά τα χέρια και να παραμείνει άφωνος.
Θα σκοντάψει, έπειτα, σε τόσες συνεντεύξεις του συγγραφέα, όλα αυτά τα χρόνια, όσες δεν έχει αξιωθεί κανένας άλλος λογοτέχνης, ακόμη και οι νομπελίστες μας.
Θα υποχρεωθεί, παράλληλα, να αναθεωρήσει τις απόψεις του για το τι είναι μυθιστόρημα, μυθοπλασία, ιστορία, γλώσσα, γραφή, ποιος είναι ο ρόλος του συγγραφέα, ακόμη κι όταν δεν γράφει.
Θα αναγκαστεί ακόμη να υιοθετήσει ένα νέο ορισμό για την Αριστερά και τον αριστερό, την Εθνική Αντίσταση και τον ταγματασφαλίτη, τον Εμφύλιο και τη λευκή τρομοκρατία.
Δεν θα έπρεπε, επομένως, να ασχοληθεί κανείς μαζί του, έστω και διακινδυνεύοντας να δεχθεί όλα τα πυρά της πνευματικής μας ελίτ και των διανοουμένων;