Ο Μπέκας σηκώθηκε λέγοντάς μου πως είχε δώσει στην υπηρεσία το τηλέφωνο του ξενοδοχείου αν τον 
χρειαστούν. Τον παρακολουθούσα σαν χαμένος, όπως πήγαινε προς τον τηλεφωνικό θάλαμο. Ώστε ο 
κύριος Δημόδικος βρισκόταν στη Μύκονο. «Ένα ραντεβού με τον “Μαύρο Άγγελο”». Προσπαθούσα να 
συνδέσω μ’ έναν, έστω υποτυπώδη, τρόπο τα πρόσωπα. Η κυρία Αργύρη ήταν παλιά γνωριμία του Χάαζε. 
Ο Δημόδικος πρόσωπο των Γερμανών στην Κατοχή. Ο Απέργης είχε σκοτωθεί γιατί κάτι είχε δει στη βίλα 
του Ψυχικού, κάτι που είχε σχέση με τον «Μαύρο Άγγελο» κι ο άνθρωπος που τον είχε σκοτώσει ήταν ο 
σωφέρ του Δημόδικου. Όλα αυτά τα πρόσωπα έμοιαζαν με χορευτάς που στριφογύριζαν γύρω από ένα 
κεντρικό σημείο. Τον «Μαύρο Άγγελο». Και τώρα η Αργύρη και ο Δημόδικος βρίσκονταν μαζί, ανοιξιάτικα, 
στη Μύκονο. Να ήταν συνεργάτες, οι οποίοι συναντήθηκαν για να ρυθμίσουν τη δράση τους ή... 
Η σκέψη ήρθε ξαφνικά, χωρίς καμιά προετοιμασία, όπως συμβαίνει καμιά φορά. Συνεργάτες ή αντίπαλοι; 
Αντίπαλοι που συναντιόνταν για να συνεννοηθούν – ή να συμβιβαστούν.