"Έπρεπε να σβήσει το υποκείμενό του, να περάσει από το "εγώ" στο "εμείς". Αν, τελικά, το πετύχαινε αυτό, το βιβλίο του θα ήταν ένα αριστούργημα. Και όσο οι άσκημοι και τερατόμορφοι άντρες τον σεβόντουσαν και τον θεωρούσαν μεγάλο συγγραφέα, τόσο ταυτιζότανε μαζί τους, τόσο τους έμοιαζε στο σώμα και την ψυχή, τόσο γινότανε ένα μαζί τους. Για δύο πράγματα δεν αμφέβαλλε: πώς ήταν, πραγματικά, μεγάλος συγγραφέας και πώς όλη αυτή η ασκήμια γύρω του του αποκάλυπτε την τραγωδία του συγκαιρινού του κόσμου. Άρα το μέλλον της λογοτεχνίας βρισκότανε στην ασκήμια και το τερατώδες, γιατί "πλέον όλα γύρω μας είναι τερατώδη", έγραφε στο ημερολόγιό του, για να πληροφορούνταν, από το θάνατό του, οι αναγνώστες του πόσο αγωνιούσε για την εποχή του. Και συμπλήρωνε: "Είμαστε τέρατα που πρέπει να κατανοήσουμε τον εαυτό μας και μόνον η λογοτεχνία -και κατ' επέκταση η τέχνη- μπορεί να μας βοηθήσει να το κατορθώσουμε αυτό...".