στοιχειό (τo): "το είδωλο, ο σωσίας, το φάντασμα ενός ζωντανού ανθρώπου μόλις πριν από το θάνατό του".
Είναι πάντα δίπλα μου, δεν φαίνεται όμως ποτέ. Στην αρχή εμφανίστηκε σ' ένα όνειρο, κι έπειτα, όταν ανακάλυψε τον τρόπο να εισβάλλει στη σκέψη μου, επέστρεφε ξανά και ξανά.
Τώρα πια δεν χρειάζεται το προπέτασμα του ύπνου. Με πλησιάζει όλο και περισσότερο, μέρα με τη μέρα. Σύντομα, εγώ θα γίνω αυτός, κι αυτός εγώ. Κι ύστερα, τι θα κάνουμε; Τι τρομερά πράγματα θα κάνουμε;
Ο Σκάι ανακαλύπτει τις ρουνικές λίθους και το ημερολόγιο του Σίγκουρντ, που είχαν μείνει κρυμμένα σ' ένα παλιό ναυτικό σεντούκι στη σοφίτα. Αυτά τα αντικείμενα αποτελούν τα μοναδικά απομεινάρια του μυστηριώδους Νορβηγού παππού, που χάθηκε στη θάλασσα πριν πάρα πολύ καιρό.
Όμως, ο Σίγκουρντ δεν είχε χαθεί εντελώς. Κάτι από εκείνον έμεινε ζωντανό. Κι όταν ο Σκάι συνδυάζει τους ρούνους στον πίνακα που ανακαλύπτει μέσα στο ημερολόγιο του παππού του, τότε έλκει το νεκρό παππού του προς το μέρος του. Ή μήπως ήταν το φάντασμα του Σίγκου