Αν το χρονογράφημα σε καιρό ειρήνης συνιστά επίπονη εργασία, στην Κατοχή αποτελούσε επικίνδυνη απασχόληση. Μια λέξη κοινωνικής κριτικής παραπάνω, μπορούσε να οδηγήσει τον χρονογράφο στο κολαστήριο του Χαϊδαρίου, ενώ μια έκφραση επαινετική να του αποδώσει πρόθεση συνεργασίας. Ισορροπώντας σαν ακροβάτης στη σκοτεινιά αυτών των ημερών, ο Κώστας Βάρναλης κατόρθωσε με τις στήλες του στην εφημερίδα "Πρωία" να συμπαρασταθεί στον κόσμο που δεινοπαθούσε, να αποφορτίσει την ατμόσφαιρα στις πιο δραματικές ώρες και να αναδείξει στα τραγικά γεγονότα το ενυπάρχον κωμικό στοιχείο.
Ο αριστοτέχνης του φευγαλέου Παύλος Νιρβάνας θεωρούσε το χρονογράφημα "ιστορία του λεπτού και του δευτερελέπτου". Επισήμαινε ότι "συμβάντα, επεισόδια, σκηναί της ζωής, ασήμαντα κάποτε
γεγονότα [...], παραλαμβάνονται από τον χρονογράφον, ιστορούνται, διυλίζονται, καλούνται
ν' αποδώσουν την βαθυτέραν των ουσίαν και, κάποτε, την βαθυτέραν των έννοια".
Από τη σήραγγα αυτής της σύνθετης πνευματικής διεργασίας πέρασαν και τα στιγμιότυπα της Κατοχής για να αποτυπωθούν για πάντα στα χρονογραφήματα του Βάρναλη. Η έκδοσή τους αναπληρώνει ένα φιλολογικό χάσμα, κυρίως όμως, επιτρέπει να ακουστεί και πάλι ο άδολος και στοχαστικός λόγος του σημαντικού αυτού διανοουμένου.