[...] Με βάση όλα αυτά, μπορούμε να αντιληφθούμε την τελευταία εκδοχή του Μαγκρίτ, στο "Αυτό δεν είναι πίπα". Τοποθετώντας το σχέδιο της πίπας και τη διατύπωση που του χρησιμεύει ως λεζάντα στην καλά οριοθετημένη επιφάνεια ενός πίνακα (στο μέτρο που πρόκειται για έναν ζωγραφικό πίνακα τα γράμματα δεν είναι παρά μόνο η εικόνα των γραμμάτων, στο μέτρο που πρόκειται για έναν μαυροπίνακα το σχέδιο δεν είναι παρά μόνο η διδακτική προέκταση ενός λόγου). Τοποθετώντας αυτόν τον πίνακα σε ένα ξύλινο τρίεδρο, χοντρό και στέρεο, ο Μαγκρίτ κάνει ό,τι χρειάζεται για να ανασυστήσει (είτε με το διηνεκές ενός έργου τέχνης είτε με την αλήθεια ενός μαθήματος πραγμάτων) τον κοινό τόπο στην εικόνα και τη γλώσσα.
Όμως, αυτή η επιφάνεια αμφισβητείται πάραυτα: διότι η πίπα, την οποία ο Μαγκρίτ, με τόσες προφυλάξεις είχε προσεγγίσει στο κείμενο, είχε εγκλείσει μαζί με αυτό το θεσμικό ορθογώνιο του πίνακα, νάτην που πέταξε: είναι εκεί ψηλά, σε μια επίπλευση χωρίς σημείο αναφοράς, μην αφήνοντας ανάμεσα στο κείμενο και το σχέδιο, του οποίου θα έπρεπε να είναι ο σύνδεσμος και το σημείο σύγκλισης στον ορίζοντα, παρά μόνο έναν μικρό κενό χώρο, τη στενή αυλακιά της απουσίας της - κάτι σαν σημάδι χωρίς φυσική περιγραφή της διαφυγής της. Και τότε, πάνω στους λοξότμητους, και τόσο φανερά ασταθείς, ορθοστάτες του, δεν απομένει στο καβαλέτο τίποτε άλλο παρά να ανατραπεί, στο πλαίσιο να διαλυθεί, στον πίνακα και την πίπα να κυλήσουν καταγής, στα γράμματα να σκορπιστούν: ο κοινός τόπος -ένα τετριμμένο ή καθημερινό μάθημα- έχει χαθεί.
Michel Foucault