Κατά το τέλος του πολέμου της ελληνικής ανεξαρτησίας (1829-1831), τα προτεινόμενα σύνορα της Ελλάδας άλλαξαν τρεις φορές. Οι πιέσεις για τη δημιουργία τακτικού στρατού και συνθηκών ασφάλειας στις παραμεθόριες περιοχές και η ρευστότητα για το μέλλον τους έφεραν τους έλληνες και αλβανούς πολεμιστές, μετά από δεκαετή σύρραξη, σε δεινή θέση. Οι επιλογές των ενόπλων περιορίζονταν και η ευημερία τους απειλούνταν. Η βασική μέθοδος αντίδρασης ήταν κοινή: να διαπραγματευτούν σκληρά τη θέση τους πριν συνθηκολογήσουν, ακόμη κι αν αυτό σήμαινε στάση και εμφύλιες συγκρούσεις. Στην απέναντι πλευρά, ο Καποδίστριας και ο Κιουταχής, έπρεπε να επιδείξουν αποφασιστικότητα και να αυτοσχεδιάσουν, ώστε να διατηρήσουν το κύρος τους, και να εξασφαλίσουν τις επαρχίες που κινδύνευαν να χάσουν. Ο έστω άτυπος σχηματισμός μεθορίου ανάγκασε τελικά πολεμιστές και πολιτικούς να μεταβάλουν τις τακτικές τους και να αναθεωρήσουν τις συμμαχίες τους.