Από τον 15ο έως τον 16ο αιώνα, οι γενίτσαροι ήταν το φόβητρο της Ευρώπης. Με την πολεμική μουσική τους, τα μουσκέτα και το στρατιωτικό βηματισμό τους έδιναν την εντύπωση ότι κανείς δεν μπορούσε να τους αντισταθεί. Όσο οι Οθωμανοί έφταναν μέχρι το Δούναβη, κατακτούσαν τη Συρία, την Αίγυπτο και το Ιράκ, η αφοσίωση των γενιτσάρων στο σώμα τους ήταν απόλυτη. Ίδρυσαν ημιανεξάρτητα κράτη στα βορειοαφρικανικά παράλια και πολέμησαν ακόμα και στη θάλασσα. Η πολιτική δύναμή τους ήταν τέτοια που τους έτρεμε ακόμα και ο σουλτάνος. Ποιοι ήταν όμως οι γενίτσαροι; Γιατί ήταν ελίτ; Γιατί έπεσαν σε παρακμή και ποιο ήταν το τέλος τους; Ο συγγραφέας εξετάζει τον αρχικό τρόπο στρατολόγησης των γενιτσάρων (παιδομάζωμα), παρουσιάζει τους στυλοβάτες του οθωμανικού κράτους που υπηρετούσαν αυτοί οι νεοσύλλεκτοι, αλλά και τις οθωμανικές ένοπλες δυνάμεις. Περιγράφει τις νικηφόρες εκστρατείες αυτού του επίλεκτου σώματος που κορυφώνονται με την κατάκτηση της Ουγγαρίας και την ίδρυση των παραμεθόριων ηγεμονιών, αλλά και την παρακμή του που αρχίζει στα μέσα του 16ου αιώνα όταν η πειθαρχία των γενιτσάρων έχει χαλαρώσει, και το σώμα γίνεται άσυλο των κοινωνικά απροσάρμοστων. Στα τέλη του 18ου αιώνα οι γενίτσαροι ενδιαφέρονται περισσότερο για το εμπόριο παρά για τον πόλεμο. Όμως η πολιτική δύναμή τους είναι τέτοια που χρειάστηκαν χρόνια για να σχεδιαστεί σωστά και προσεκτικά η διάλυσή τους.