ΑΘΩΟΙ ΔΕΝ ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΟΤΕ
Αθώοι δεν ήμασταν ποτέ,
όμως ούτε και ένοχοι.
Θέλαμε μόνο να χτίσουμε κάτι μικρό,
βιαστικά, όπως όπως, εκ των ενόντων.
Προσμέναμε την άλλη αυγή
μήπως γυρίσει ο τροχός
κι έρθει κάτι καλύτερο,
τουλάχιστον λιγότερο πικρό,
μια άλλη μέρα, με νέες ελπίδες,
όρους, προσδιορισμούς.
Αθώοι δεν ήμασταν ποτέ.
Στο σώμα μας οι δικές μας πληγές,
οι δημόσιες αμαρτίες
κι η ματιά μας να γυρίζει πίσω άπραγη,
χωρίς κάτι να έχει δει, κάτι να έχει γνωρίσει.
Ο δρόμος μακρύς, σκοτεινός, δύσβατος
κι εμείς να προχωράμε μέρα τη μέρα,
νύχτα τη νύχτα,
κολλημένοι πάντα στην ίδια γη,
μαρμαρωμένοι και ακίνητοι,
φορτωμένοι ντροπή και ταπείνωση,
δημόσια ενοχή και ξένη αναλγησία.
Αθώοι δεν ήμασταν ποτέ.