Το ποτάμι με τις αντίθετες ροές. Ένοιωθα καμιά φορά την ποίηση να διασχίζει την φαντασία μου σαν ένα ποτάμι που όλο άλλαζε η ατέλειωτη ροή του. Το νερό, πότε κρυστάλλινο, γαλάζιο, πότε λασπωμένο κι ελάχιστο, εξαφανίζεται συχνά κάτω απ' τη σκληρή γη, για να ξεπηδήσει πάλι κάπου μακριά σε καρπερό χωράφι. Σε δύσκολους καιρούς, σαν αυτούς που ζούμε σήμερα, η ροή αυτή μοιάζει να είναι μόνο υπόγεια πια, αλλά όμως αισθανόμαστε εμείς οι διψασμένοι κάτι σαν υγρασία ν' ανεβαίνει από τα βάθη της γης και να μας δροσίζει. Διαβάζοντας τις "Σονάτες για φωνή και σιωπή" του Γιάννη Σκληβανιώτη, είχα πάλι την αίσθηση του ποταμού, αλλά βέβαια με προσωπική κοίτη και εκβολή. Στο πεζό του ποίημα "Το ποτάμι" καταλήγει: "Είχα φτάσει πλέον στο βαθύτερο και στενότερο σημείο της σπειροειδούς διαδρομής. Εκεί λύθηκε και το μυστήριο του ήχου της ροής των αόρατων υδάτων". Αυτό που χαρακτηρίζει το ποτάμι της ποίησης του Γ.Σ., που ρέει ασταμάτητα, είναι η μεγάλη ποικιλία, ο πλούτος μιας πραγματικότητας, ικανής να συμπλέει με το αντίθετο της. Μέσα από μια πλατιά, κοσμοπολίτικη γνώση, σε επίπεδο γλώσσας, εμπειρίας, βάθους, τα αντίθετα αλληλοσυμπληρώνονται υπαρξιακά, νοηματικά, χωρίς όμως να χάνουν κανένα από τα χαρακτηριστικά τους. Κυλάει το ποτάμι κι όλα κυλάνε, μονά τους ή μαζί, πάνω από πέτρες που ίσως είναι: "τα πραγματικά μας πρόσωπα, τα άγνωστα σε όλους". Ένα από τα πιο έντονα στοιχεία της ποίησης του Γ.Σ. είναι η αναγωγή της καθημερινότητας σ' ένα υψηλότερο επίπεδο, το επίπεδο της ποίησης, χωρίς όμως η καθημερινότητα να χάνει τα χαρακτηριστικά της: την πεζότητα, την τεχνολογία, την σημαντότητα της ύπαρξης κάθε κοινού θνητού. [...] (Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ, από την παρουσίαση της έκδοσης)