Κάποτε «οι άνθρωποι κλείνουν της ζωής τους / τα μισογραμμένα κεφάλαια και αλλάζουν ρότα».
Η αποδοχή του τέλους μιας εποχής, μιας ηλικιακής φάσης, ενός τρόπου ζωής στον ατομικό αλλά και στον ιστορικό χρόνο, η αβεβαιότητα και η προσμονή ενός νέου κύκλου βιώνονται ως μια φαινομενική παύση σ’ ένα μεταβατικό σημείο, που κινείται αργά μέχρι να φτάσει σ’ ένα άλλο ξημέρωμα.
Στο μεταίχμιο αυτό κινούνται τα ποιήματα της συλλογής, όπου μέσα από τους στίχους αναζητείται η διαδρομή για την καινούρια μέρα.