Καθ’ όλη τη δεκαετία του ‘90, οι Rage Against the Machine αποτέλεσαν ακλόνητο σημείο αναφοράς, τόσο για τις δαιμονικές νότες που παρήγαγαν όσο και για την κατ' επιλογήν ταύτιση της τέχνης τους με το πολιτικό μήνυμα. Αυτό το ηλεκτρισμένο κράμα «ραπομεταλοκομμουνισμού», όπως χαρακτηρίστηκε από τα καθηλωμένα αμερικανικά μίντια, είχε ως φυσικούς αυτουργούς τέσσερις κορυφαίους μουσικούς, τους Ζακ ντε Λα Ρότσα, Τομ Μορέλο, Τιμ Κόμερφορντ και Μπραντ Γουίλκ, των οποίων οι οργανικές ιδεολογικές και καλλιτεχνικές επιρροές εκτείνονται από τη Μεξικανική Επανάσταση, τους αντι-ιμπεριαλιστικούς αγώνες και τους Μαύρους Πάνθηρες, μέχρι τους Public Enemy, τους Led Zeppelin, τους Clash και το ατόφιο, ακατάλυτο αμερικάνικο χάρντκορ.
Γαλουχημένοι στο απόγειο του ριγκανισμού και της εξαθλίωσης μεγάλων λαϊκών στρωμάτων, της νεοφιλελεύθερης παντοδυναμίας και του «τέλους της ιστορίας», οι RATM έσκυψαν πάνω από τα πολιτικά σημαίνοντα που ανέβλυζαν στις ρωγμές της αυτοκρατορίας, τα τύλιξαν σε κόκκινα πανιά και τα διέχυσαν σε όλα τ