Στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰώνα στήν Δύση, χάρη στά κυρίαρχα ρεύματα τῆς ἐποχῆς, φούντωσε ἕνα ἐνθουσιῶδες φιλελληνικό ρεῦμα, μέ τήν κοινή γνώμη νά ὑποστηρίζει σθεναρά καί νά εἶναι ἔτοιμη νά ὑπηρετήσει, τόν ἀπελευθερωτικό τοῦ Ἕλληνα ἀγώνα. Τό φιλελληνικό ρεῦμα ἔπαιξε καταλυτικό ρόλο στἠν πορεία τοῦ Ἔθνους μας. Πρόκειται γιά ἕνα σπάνιο ἱστορικό γεγονός, καθώς ἐνεργά ἡ παγκόσμια πνευματική τάξη συσπειρώθηκε καί ἀγωνίστηκε γιά νά ὑποστηρίξει τήν ἀπελευθέρωση τῆς Ἑλλάδος. Ὁ Ἑλληνισμός δέν ἦταν μιά ὅποια «ἐθνικότητα», ἦταν ὁ Πολιτισμός τους. Ὁ φιλελληνισμός στήν Δύση προέκυψε ἀπό ἐκτίμηση καί θαυμασμό γιά τήν ἰδιαιτερότητα τῆς ἑλληνικῆς σκέψης, τήν σάρκωσή της στήν πολιτικἠ, στούς θεσμούς καί στήν τέχνη, ἰδιαίτατα ὅμως στό ἄθλημα τῆς Δημοκρατίας ὡς προτύπωση τῆς θεσμικῆς κατοχύρωσης τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου. Δυνατά ὑπέρ τῶν ἀγωνιζομένων Ἑλλήνων ἀκούστηκε στήν Γαλλία ἡ φωνή τοῦ χρωστήρα τοῦ νεαροῦ ἀκόμη Ντελακρουά, ὁ ὁποῖος μέ τήν ἐξαίρετη τέχνη του, ἀπέδωσε ὄχι μόνο τό πνεῦμα τοῦ πόνου ἀλλά καί τήν ἔκταση τῆς φρικωδί